κέλυφος

Validation

No

Last modification

Mon, 10/24/2022 - 14:00

Word-form

κεφαλή

Transliteration (Word)

kephalē

Transliteration (Etymon)

keluphos

Author

Apollodorus of Athens

Century

2 BC

Reference

fr. 664

Source

Etym. Magnum

Ref.

Etym. Magnum, Kallierges, p. 507

Ed.

T. Gaisford, Etymologicum Magnum, Oxford, 1848

Quotation

Κεφαλή: Ἤτοι παρὰ τὸ κάρφεσθαι, τὸ ξηραίνεσθαι, ὁ κατάξηρος τόπος καὶ ὀστώδης· ξηρὰ γὰρ καὶ ὀστώδης· ἢ κατὰ Ἀπολλόδωρον, καλύφη τις οὖσα, παρὰ τὸ καλύπτειν καὶ σκέπειν τὸν ἐγκέφαλον. Τινὲς δὲ παρὰ τὸ ἐκεῖ κεῖσθαι τὰ φάη, κεφαή τις οὖσα, κατὰ πλεονασμὸν τοῦ λ. Οἱ δὲ, παρὰ τὸ κάπω, τὸ πνέω, καπαλὴ, καὶ κεφαλὴ, οἱονεὶ ἡ διαπνέουσα· […] Ἢ παρὰ τὸ κέλυφος, ὃ σημαίνει τὸ κάλυμμα  [NB: the Ps.-Zonaras has κατὰ Ἀπολλόδωρον, κελύφη τις οὖσα, παρὰ τὸ καλύπτειν, which is the older wording]

καλύπτω

Validation

No

Last modification

Mon, 10/24/2022 - 14:00

Word-form

κεφαλή

Transliteration (Word)

kephalē

Transliteration (Etymon)

kaluptō

Author

Apollodorus of Athens

Century

2 BC

Reference

fr. 216

Source

Orion

Ref.

Etymologicum , kappa, p.81

Ed.

F. Sturz, Orionis Thebani etymologicon, Leipzig, Weigel, 1820

Quotation

Orion (Sturz): 

Κεφαλή. ἥτις καρφαλή ἐστι. παρὰ τὸ κάρφεσθαι, ὅ ἐστι ξηραίνεσθαι. ξηρὰ γὰρ καὶ ὀστώδης αὐτὴ κατὰ Ἀπολλόδωρον.

Κελύφη ἐστὶ παρὰ τὸ σκέπειν καὶ καλύπτειν τὸν ἐγκέφαλον. τινὲς δὲ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ λ, κεφαή τις οὖσα, ἐν ᾗ κεῖνται τὰ φάη. ἄλλοι δὲ ἀπὸ τῆς κυφότητος. τὸ γὰρ περιφερὲς, κυφὸν λέγεται. ἀφ’ οὗ καὶ κύμβιον, τὸ περιφερὲς ποτήριον […]

The original formulation was:

Κεφαλή. ἥτις καρφαλή ἐστι. παρὰ τὸ κάρφεσθαι, ὅ ἐστι ξηραίνεσθαι. ξηρὰ γὰρ καὶ ὀστώδης αὐτὴ. ἢ κατὰ Ἀπολλόδωρον κελύφη ἐστὶ παρὰ τὸ σκέπειν καὶ καλύπτειν τὸν ἐγκέφαλον. τινὲς δὲ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ λ, κεφαή τις οὖσα, ἐν ᾗ κεῖνται τὰ φάη. ἄλλοι δὲ ἀπὸ τῆς κυφότητος. τὸ γὰρ περιφερὲς, κυφὸν λέγεται

κυέω + ὠφέλιμος

Validation

No

Last modification

Mon, 10/24/2022 - 19:00

Word-form

κεφαλή

Transliteration (Word)

kephalē

Transliteration (Etymon)

kueō + ōphelimos

Author

Etym. Gudianum

Century

11 AD

Source

Idem

Ref.

Etym. Gudianum, kappa, p. 317

Ed.

F. Sturz, Etymologicum Graecae linguae Gudianum et alia grammaticorum scripta e codicibus manuscriptis nunc primum edita, Leipzig: Weigel, 1818

Quotation

Κεφαλὴ, παρὰ τὸ κύειν αὐτὴν τὰ ὠφέλιμα· ἤγουν τὸ ἐν αὐτῇ ἔχειν τὰ ὠφελοῦντα τὸν ἄνθρωπον αἰσθητήρια.

κνέφας + λύω

Validation

No

Last modification

Wed, 10/12/2022 - 14:00

Word-form

κεφαλή

Transliteration (Word)

kephalē

Transliteration (Etymon)

knephas + luō

Author

Joannes Mauropus

Century

11 AD

Source

Idem

Ref.

Etymologica nominum 155

Ed.

R. Reitzenstein, M. Terentius Varro und Johannes Mauropus von Euchaita: eine Studie zur Geschichte der Sprachwissenschaft, Leipzig: Teubner, 1901

Quotation

λύει κνέφας δὲ κεφαλὴ δι’ ὀμμάτων 

κάρφω

Validation

No

Last modification

Mon, 10/24/2022 - 14:00

Word-form

κεφαλή

Transliteration (Word)

kephalē

Transliteration (Etymon)

karphō

Author

Orion

Century

5 AD

Source

Idem

Ref.

Etymologicum, kappa, p. 81

Ed.

F. Sturz, Orionis Thebani etymologicon, Leipzig, Weigel, 1820

Quotation

Κεφαλή. ἥτις καρφαλή ἐστι. παρὰ τὸ κάρφεσθαι, ὅ ἐστι ξηραίνεσθαι. ξηρὰ γὰρ καὶ ὀστώδης αὐτὴ κατὰ Ἀπολλόδωρον

κεῖμαι + φάος

Validation

No

Last modification

Mon, 10/24/2022 - 14:00

Word-form

κεφαλή

Transliteration (Word)

kephalē

Transliteration (Etymon)

keimai + phaos

Author

Orion

Century

5 AD

Source

Idem

Ref.

Etymologicum p. 81

Ed.

F. Sturz, Orionis Thebani etymologicon, Leipzig, Weigel, 1820

Quotation

Orion (Sturz): 

Κεφαλή. ἥτις καρφαλή ἐστι. παρὰ τὸ κάρφεσθαι, ὅ ἐστι ξηραίνεσθαι. ξηρὰ γὰρ καὶ ὀστώδης αὐτὴ κατὰ Ἀπολλόδωρον.

Κελύφη ἐστὶ παρὰ τὸ σκέπειν καὶ καλύπτειν τὸν ἐγκέφαλον. τινὲς δὲ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ λ, κεφαή τις οὖσα, ἐν ᾗ κεῖνται τὰ φάη. ἄλλοι δὲ ἀπὸ τῆς κυφότητος. τὸ γὰρ περιφερὲς, κυφὸν λέγεται. ἀφ’ οὗ καὶ κύμβιον, τὸ περιφερὲς ποτήριον […]

The original formulation was:

Κεφαλή. ἥτις καρφαλή ἐστι. παρὰ τὸ κάρφεσθαι, ὅ ἐστι ξηραίνεσθαι. ξηρὰ γὰρ καὶ ὀστώδης αὐτὴ. ἢ κατὰ Ἀπολλόδωρον κελύφη ἐστὶ παρὰ τὸ σκέπειν καὶ καλύπτειν τὸν ἐγκέφαλον. τινὲς δὲ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ λ, κεφαή τις οὖσα, ἐν ᾗ κεῖνται τὰ φάη. ἄλλοι δὲ ἀπὸ τῆς κυφότητος. τὸ γὰρ περιφερὲς, κυφὸν λέγεται

κάπος

Validation

No

Last modification

Mon, 10/24/2022 - 14:00

Word-form

κεφαλή

Transliteration (Word)

kephalē

Transliteration (Etymon)

kapos

Author

Philoxenus?

Century

1 BC

Reference

Fr. 664

Edition

C. Theodoridis, Die Fragmente des Grammatikers Philoxenos [Sammlung griechischer und lateinischer Grammatiker (SGLG) 2. Berlin: De Gruyter, 1976]

Source

Etym. Magnum

Ref.

Etym. Magnum, Kallierges, p. 507

Ed.

T. Gaisford, Etymologicum Magnum, Oxford, 1848

Quotation

κεφαλή· ... οἱ δὲ παρὰ τὸ κάπω, τὸ πνέω, *καπαλὴ καὶ κεφαλή, οἱονεὶ ἡ διαπνέουσα