βαίνω
Validation
No
Word-lemma
Word-form
βοή
Transliteration (Word)
boē
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
bainō
Century
9 AD
Source
idem
Ref.
Epimerismi homerici ordine alphabetico traditi, beta 8
Ed.
A. Dyck, Epimerismi Homerici: Pars altera. Lexicon αἱμωδεῖν. Berlin – New York, 1995
Quotation
βοή: ὄνομα προσηγορικόν· καὶ γίνεται παρὰ τὸ βέω βοή, ὥσπερ παρὰ τὸ χέω χοή. βέω δὲ σημαίνει τὸ βαίνω ἢ τὸ τρέφω· ἤτοι ἡ διὰ τῆς ἀρτηρίας βαίνουσα, ἢ ἡ ἀναπεμπομένη ἐκ τῶν τρεφομένων πνευμόνων
βόσκω
Validation
No
Word-lemma
Word-form
βοή
Transliteration (Word)
boē
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
boskō
Century
9 AD
Source
idem
Ref.
Epimerismi homerici ordine alphabetico traditi, beta 8
Ed.
A. Dyck, Epimerismi Homerici: Pars altera. Lexicon αἱμωδεῖν. Berlin – New York, 1995
Quotation
βοή: ὄνομα προσηγορικόν· καὶ γίνεται παρὰ τὸ βέω βοή, ὥσπερ παρὰ τὸ χέω χοή. βέω δὲ σημαίνει τὸ βαίνω ἢ τὸ τρέφω· ἤτοι ἡ διὰ τῆς ἀρτηρίας βαίνουσα, ἢ ἡ ἀναπεμπομένη ἐκ τῶν τρεφομένων πνευμόνων