ὁμοῦ + εἴλω
Word
Validation
Word-form
Word-lemma
Transliteration (Word)
English translation (word)
Transliteration (Etymon)
English translation (etymon)
Century
Source
Ref.
Ed.
Quotation
ὅμιλος μάχη, ἀπὸ τοῦ ὁμοῦ εἰλεῖσθαι κατ’ αὐτήν.
Translation (En)
Homilos "throng of battle" comes from homou eileisthai ("to rotate together") inside the battle.
Parallels
Orion, Etymologicum, omicron, p. 118 (Ὅμιλος. παρὰ τὸ ὁμοῦ εἰλεῖσθαι· ἢ παρὰ τὸ ὁμοῦ τὰς ἴλας ἔχειν); Hesychius, Lexicon, omicron 730 (ὅμιλος· *ἄθροισμα. ὄχλος (ASvg) np. θόρυβος (AS). δῆμος. ⸤πλῆθος (ASvg). [μάχη.] σύνοδος s. μάχη. ἀπὸ τοῦ ὁμοῦ εἰλεῖσθαι κατ’ αὐτὸν ὄχλον Γ 36); Choeroboscus, De orthographia (epitome), p. 247 (οἷον, ὅμιλος· ἔστιν δὲ παρὰ τὸ ὁμοῦ εἰλεῖσθαι); Epimerismi Homerici (ordine alphabetico traditi), omicron 85 (ὅμιλος (Σ 603 alibi): παρὰ τὸ ὁμοῦ εἰλεῖσθαι); Etym. Parvum, omicron 7 (Ὁμιλεῖν· παρὰ τὸ ὁμοῦ, καὶ τὸ εἵλω, τὸ συστρέφω· ὁ ὁμοῦ τὰς ἴλας, ἤγουν τοὺς λόχους, συστρέφων); Etym. Gudianum, omicron, p. 427 (Ὁμιλεῖν, ἐπὶ τοῦ πολεμεῖν, παρὰ τὸ ὁμοῦ καὶ τὴν εἵλησιν τῶν νεφῶν· τὸ μι ἰῶτα. τὰ παρὰ τὸ εἱλῶ μὴ κατὰ τὸ ἄρχον μέρος λόγου συντιθέμενα, διὰ τοῦ ι γράφεται· οἷον, ὅμιλος, ὁμίχλη· ... Ὅμιλος, ἡ ἄθροισις, τὸ πλῆθος, παρὰ τὸ ὁμοῦ εἱλεῖσθαι· λέγεται δὲ καὶ ὁ θόρυβος, ἀπὸ τῆς παρακολουθησάσης ἐν ὄχλῳ ὁμιλίας); Genev. Schol. Il. 1, 261 Nicole ([ὡμίλησα] τοῦτο ἀορίστου πρώτου· ὁμιλῶ <ἐκ> τοῦ ὅμιλος, τοῦτο δὲ παρὰ τὸ ὁμοῦ εἰ<λεῖ>σθαι, καὶ ὤφειλε γράφεσθαι διὰ διφθόγγου, ἀλλ’ ἐπειδὴ τὰ διὰ τοῦ <ιλος> ἀρσενικὰ, μὴ ὄντα <ἀπὸ ὀνομάτων ἐχόντων τὴν ει δίφθογγον, διὰ τοῦ ι βραχέος γράφεται, οἷον Τρωΐλος, Ζωΐλος, χωρὶς τοῦ Νεῖλος>, ἀπὸ δὲ ὀνομάτων ἐχόντων τὴν ει δίφθογγον γιν<όμενα, διὰ ταύτης γρά<φονται, ὡς δειλός, κροκόδειλος, <χεῖ>λος, ἀγκυλόχειλος, τὸ ὅμιλος, <ἀπὸ τοῦ εἰλεῖσθαι ῥήματος γινόμενον>, τὸ ι μακρὸν ἔχει); Schol. Od. 1, 225e Pontani (ὅμιλος] ὅμιλος ἐπὶ στρατιᾶς ἀπὸ τοῦ ὁμοῦ καὶ τοῦ ἴλη, ὅμιλος δὲ ἐπὶ πλήθους ἀπὸ τοῦ ὁμοῦ εἱλεῖσθαι); Scholia in Oppianum, Hal. 1, 438 (ὅμιλος ἀπὸ τοῦ ὁμοῦ καὶ τοῦ εἱλέω εἱλῶ τὸ συστρέφω)
Comment
Compositional etymology: the first element is identified as ὁμο- (from which the adverb ὁμοῦ), and the second element as εἴλω, εἰλέω "to roll". "Frequentation" is the "turning together".