κεῖμαι

Validation

No

Last modification

Sun, 04/02/2023 - 20:03

Word-form

κῶας, κῶς

Transliteration (Word)

kōas

Transliteration (Etymon)

keimai

Author

Philoxenus

Century

1 BC

Reference

fr. *129

Edition

C. Theodoridis, Die Fragmente des Grammatikers Philoxenos [Sammlung griechischer und lateinischer Grammatiker (SGLG) 2. Berlin: De Gruyter, 1976

Source

[Etymologicum Genuinum AB]

Ref.

fr. *129

Ed.

C. Theodoridis, Die Fragmente des Grammatikers Philoxenos [Sammlung griechischer und lateinischer Grammatiker (SGLG) 2. Berlin: De Gruyter, 1976

Quotation

Kῴδιον· ... τὸ δὲ κῴδιον (σημαίνει δὲ τὸ τῶν προβάτων δέρμα) παρὰ τὸ ἐπ’ αὐτῷ κοιμᾶσθαι. παρὰ τὸ κῶ τὸ σημαῖνον τὸ κοιμῶμαι, ἀφ’ οὗ καὶ κείω καὶ κῶμα, ὁ ὕπνος, ὡς Ἡσίοδος (Th. 798)· „κακὸν δ’ ἐπὶ κῶμα καλύπτει“ καὶ κῶς ῥηματικὸν ὄνομα· Νικοχάρης Λημνίαις (fr. 12 K.), οἷον „ἐπλέομεν, ὦ κόρη, ἐπὶ κῶς“. τοῦτο δὲ τὸ κῶς γίνεται καὶ κῶας κατὰ πλεονασμόν, ὥσπερ ὦς ὠτὸς ὦας· οἱ γὰρ Ἀττικοὶ οὖς φασιν, οἱ δὲ ποιηταὶ ὦας. καὶ ἐπειδὴ τοῦ κῶας κώατος ἡ τελευταία συλλαβὴ τῆς γενικῆς τοῦ πρωτοτύπου ἀπὸ φωνήεντος ἄρχεται, γίνεται διὰ τοῦ ιδιον ἡ παραγωγὴ κωατίδιον καὶ συγκοπῇ τοῦ α καὶ τ κωΐδιον καὶ συναιρέσει κῴδιον.