σχίζω

Validation

No

Last modification

Thu, 08/05/2021 - 14:03

Word-form

σκέλη

Transliteration (Word)

skelos

Transliteration (Etymon)

skhizō

Author

Orion

Century

5 AD

Source

Idem

Ref.

Etymologicum (, sigma, p. 145

Ed.

F. Sturz, Orionis Thebani etymologicon, Leipzig, Weigel, 1820

Quotation

Σκέλη. ἢ διὰ τὴν σχίσιν· διέσχισται γὰρ ἀπ’ ἀλλήλων, ἢ παρὰ τὸ κέλευθον, δι’ ἧς βαδίζομεν, πλεονάσαντος τοῦ σ. […] ἢ παρὰ τὸ κατεσκληκέναι, καὶ σκληρότερον εἶναι τῶν ὕπερθεν. οὕτω Σωρανός

κέλευθος

Validation

No

Last modification

Thu, 08/05/2021 - 14:03

Word-form

σκέλη

Transliteration (Word)

skelos

Transliteration (Etymon)

keleuthos

Author

Orion

Century

5 AD

Source

Idem

Ref.

Etymologicum (, sigma, p. 145

Ed.

F. Sturz, Orionis Thebani etymologicon, Leipzig, Weigel, 1820

Quotation

Σκέλη. ἢ διὰ τὴν σχίσιν· διέσχισται γὰρ ἀπ’ ἀλλήλων, ἢ παρὰ τὸ κέλευθον, δι’ ἧς βαδίζομεν, πλεονάσαντος τοῦ σ. […] ἢ παρὰ τὸ κατεσκληκέναι, καὶ σκληρότερον εἶναι τῶν ὕπερθεν. οὕτω Σωρανός

σκέλλω

Validation

No

Last modification

Thu, 08/05/2021 - 14:03

Word-form

σκέλος

Transliteration (Word)

skelos

Transliteration (Etymon)

skellō

Author

Philoxenus

Century

1 BC

Reference

fr. 449

Edition

C. Theodoridis, Die Fragmente des Grammatikers Philoxenos [Sammlung griechischer und lateinischer Grammatiker (SGLG) 2. Berlin: De Gruyter, 1976]

Source

Orion

Ref.

Etymologicum, alpha, p. 20

Ed.

F. Sturz, Orionis Thebani etymologicon, Leipzig, Weigel, 1820

Quotation

ἀσκελές· τὸ σκληρόν. οἷον „ἀλλὰ Ποσειδάων γαιήοχος ἀσκελὲς αἰέν“ (α 68). παρὰ τὸ σκέλλω, τὸ ξηραίνω, γίνεται ἀσκελές, τὸ ἄγαν σκληρόν· ὅθεν καὶ σκέλος. οὕτω Φιλόξενος