σχίζω
Validation
No
Word-lemma
Word-form
σκέλη
Transliteration (Word)
skelos
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
skhizō
Century
5 AD
Source
Idem
Ref.
Etymologicum (, sigma, p. 145
Ed.
F. Sturz, Orionis Thebani etymologicon, Leipzig, Weigel, 1820
Quotation
Σκέλη. ἢ διὰ τὴν σχίσιν· διέσχισται γὰρ ἀπ’ ἀλλήλων, ἢ παρὰ τὸ κέλευθον, δι’ ἧς βαδίζομεν, πλεονάσαντος τοῦ σ. […] ἢ παρὰ τὸ κατεσκληκέναι, καὶ σκληρότερον εἶναι τῶν ὕπερθεν. οὕτω Σωρανός
κέλευθος
Validation
No
Word-lemma
Word-form
σκέλη
Transliteration (Word)
skelos
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
keleuthos
Century
5 AD
Source
Idem
Ref.
Etymologicum (, sigma, p. 145
Ed.
F. Sturz, Orionis Thebani etymologicon, Leipzig, Weigel, 1820
Quotation
Σκέλη. ἢ διὰ τὴν σχίσιν· διέσχισται γὰρ ἀπ’ ἀλλήλων, ἢ παρὰ τὸ κέλευθον, δι’ ἧς βαδίζομεν, πλεονάσαντος τοῦ σ. […] ἢ παρὰ τὸ κατεσκληκέναι, καὶ σκληρότερον εἶναι τῶν ὕπερθεν. οὕτω Σωρανός
σκέλλω
Validation
No
Word-lemma
Word-form
σκέλος
Transliteration (Word)
skelos
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
skellō
Century
1 BC
Reference
fr. 449
Edition
C. Theodoridis, Die Fragmente des Grammatikers Philoxenos [Sammlung griechischer und lateinischer Grammatiker (SGLG) 2. Berlin: De Gruyter, 1976]
Source
Orion
Ref.
Etymologicum, alpha, p. 20
Ed.
F. Sturz, Orionis Thebani etymologicon, Leipzig, Weigel, 1820
Quotation
ἀσκελές· τὸ σκληρόν. οἷον „ἀλλὰ Ποσειδάων γαιήοχος ἀσκελὲς αἰέν“ (α 68). παρὰ τὸ σκέλλω, τὸ ξηραίνω, γίνεται ἀσκελές, τὸ ἄγαν σκληρόν· ὅθεν καὶ σκέλος. οὕτω Φιλόξενος