φεύγω + δίδωμι
Word
Validation
Word-form
Word-lemma
Transliteration (Word)
English translation (word)
Transliteration (Etymon)
English translation (etymon)
Century
Reference
Edition
Source
Ref.
Ed.
Quotation
Φειδωλός τις ἐστὶν, ὁ φεύγων τὸ δοῦναι. οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ Ὀρθογραφίᾳ
Translation (En)
That one is pheidōlos "sparing", who flees (pheugōn) the giving (dounai). This is what Herodian says in the Peri orthographias.
Parallels
Orion, Etymologicum (excerpta e cod. Darmstadino 2773), phi, p. 617 (φειδωλὸς, φειδῶλος τὶς ὢν, ὁ φεύγων τοῦ δοῦναι); Choeroboscus, De orthographia (epitome), p. 273 (Φειδωλός: Διὰ διφθόγγου· ὥσπερ γὰρ παρὰ τὸ ἁμαρτῶ γέγονεν ἁμαρτωλὸς, οὕτως καὶ παρὰ τὸ φείδω γέγονεν φειδωλός· οἱονεὶ, ὁ φεύγων τοῦ δοῦναι, φευδωλὸς γάρ); Suda, phi 250 (Φειδωλός: φειδόμενος, σκνιπός. Φειδωλός τις ὤν, ὁ φεύγων τὸ δοῦναι ὁ περίψηφος. ἢ παρὰ τὸ φείδομαι καὶ τὸ δοῦναι, φειδωδός τις ὤν, τροπῇ τοῦ δ εἰς λ); Etym. Gudianum, phi, p. 549 (Φειδωλὸς, φευδωλός τις ὢν, ὁ φεύγων τὴν δόσιν καὶ τὸ δοῦναι, οὕτως Ἡρωδιανός); Eustathius, Comm. Il. 1, 272–273 Van der Valk (ἰστέον γὰρ ὡς ἡ ευ δίφθογγος πολλαχῶς ἀλλοιοῦται καὶ οὐ μόνον φυλάσσεται κινουμένη, ὡς ἐν τῷ εὔχω εὐχή, ἀλλὰ καὶ μεταμορφοῦται πολυειδῶς ἢ τοῦ υ ἐκπίπτουσα, ὡς ἐν τῷ σπεύδω σφεδανόν, τεύχω τέχνη· ἢ τὸ ε ἀποπτύουσα, ὡς ἐν τῷ φεύγω φυγή, ἐρεύγω ἐρυγή, πεύθω Πυθών· ἢ τὸ ε μόνον τρέπουσα εἰς ο, οἷον σπεύδω σπουδή, ἢ τὸ υ εἰς ι, οἷον φεύγω φευδωδός, φασί, καὶ φειδωλός ὁ φεύγων τὸ διδόναι); Scholia in Batrachomyomachiam 74 ([idem] ὡς ἐν [τῷ] φεύγω φευγωλὸς καὶ φειδωλός, οἱονεὶ ὁ φεύγων τὸ μεταδιδόναι); Etym. Magnum, Kallierges, p. 791 (Φειδωλός: Φειδόμενος, κνιπός. Παρὰ τὸ φείδω φειδωλὸς, ὁ φεύγων τὸ διδόναι); Scholia in Aristophanem, Plut. 237 (scholia vetera) (Φειδωλός ἐστιν ὁ φεύγων τὸ δοῦναι, ὁ περίψηφος. τινὲς δὲ παρὰ τὸ φείδομαι καὶ τὸ δοῦναι,(φειδωδός τις ὢν, καὶ τροπῇ τοῦ δ εἰς λ φειδωλός))
Comment
The etymology of the verb φείδομαι was transferred to the derived noun φειδωλός (see φείδομαι / φεύγω + δίδωμι). In fact it is likely that Herodian analyzed the word as a derivative of φείδομαι, and not as a compound, but that his followers erroneously linked to the derivative the etymology of its etymon φείδομαι.