ζέω

Validation

No

Last modification

Thu, 08/05/2021 - 14:03

Word-form

ζωρότερον

Transliteration (Word)

zōros

English translation (word)

pure (wine)

Transliteration (Etymon)

zeō

English translation (etymon)

to boil

Author

Eustathius of Thessalonica

Century

12 AD

Source

Idem

Ref.

Commentarii ad Homeri Iliadem 2, 699

Ed.

M. van der Valk, Eustathii archiepiscopi Thessalonicensis commentarii ad Homeri Iliadem pertinentes, Leiden, 1971-1987

Quotation

Τινὲς δὲ ζωρότερόν φασι τὸ θερμὸν ἀπὸ τῆς ζέσεως, ἄλλοι δὲ εὔκρατον

Translation (En)

Some say zōroteron "pure wine" means "hot", because of the boiling (zeseōs). Others, "well-mixed"

Comment

Etymology derived from the older etymology through "life-giving" (ζωτικός). As ζέω "to boil" was assumed to be the etymon of ζάω/ζήω "to live", the etymon was disconnected from "to live" ad related directly to ζωρόν, which implies a different meaning, "hot". It is a case where etymology is used as a means to determine the exact meaning of an obsolete Homeric word. In the Parallels are given also sources where the etymology is not explicit and the word is simply translated by θερμός "hot", which implies the etymology by ζέω.

Parallels

Athenaeus, Deipn. 10.22 Kaibel (τινὲς δὲ καὶ τὸ παρ’ Ὁμήρῳ (I 203) ‘ζωρότερον δὲ κέραιρε’ οὐκ ἄκρατον σημαίνειν φασίν, ἀλλὰ θερμόν, ἀπὸ τοῦ ζωτικοῦ καὶ τῆς ζέσεως· ἑταίρων γὰρ παρόντων νέον ἐξ ὑπαρχῆς κεράννυσθαι κρατῆρα <οὐκ> ἄτοπον. ἄλλοι δὲ τὸ εὔκρατον, ὥσπερ τὸ δεξιτερὸν ἀντὶ τοῦ δεξιοῦ. τινὲς δέ, ἐπεὶ οἱ ἐνιαυτοὶ ὧροι λέγονται καὶ τὸ ζα ὅτι μέγεθος ἢ πλῆθος σημαίνει, ζωρὸν τὸν πολυέτη λέγεσθαι); Athenaeus, Deipn. (epitome) vol. 2.2, p. 30 (ὅτι τὸ παρ’ Ὁμήρῳ ζωρότερον οὐκ ἄκρατον σημαίνειν τινές φασιν, ἀλλὰ θερμόν, ἀπὸ τοῦ ζωτικοῦ καὶ τῆς ζέσεως· ἑταίρων γὰρ παρόντων νέον ἐξ ὑπαρχῆς κεράννυσθαι κρατῆρα ἄτοπον. ἄλλοι δὲ τὸν εὔκρατον, ὡς τὸ δεξίτερον ἀντὶ τοῦ δεξιοῦ. τινὲς δέ, ἐπεὶ οἱ ἐνιαυτοὶ ὧροι λέγονται καὶ τὰ ζῷα ὅτι μέγεθος ἢ πλῆθος σημαίνει, ζωρὸν τὸν πολυέτη λέγεσθαι); D Schol. Il. 9.203 (Ζωρότερον. Ζωτικώτερον. Παρὰ τὴν ζέσιν); Geneva schol. Il. 9.203 ([ζωρότερον] θερμότερον παρὰ τὴν ζέσιν, ἢ ἀκρατότερον); Eustathius, Comm. Il. 2, 700 Van der Valk (Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι ζωρὸν οἶνον τὸν πολυετῆ ἐνόησάν τινες, οὐκ ἀπὸ τοῦ ζῆν ἢ ζέειν, ἀλλ’ ἐκ τοῦ ζῷον καὶ τοῦ ὦρος, ὧν ὦρος μὲν ὁ ἐνιαυτός, εἴτ’ οὖν ἔτος, ζῷον δὲ ἀντὶ τοῦ μέγα καὶ πολύ, ἃ δὴ σημαίνεται, φασί, διὰ τῶν ζῴων); Etym. Magnum, Kallierges, p. 414 (Ζωρότερον: ‘Ζωρότερον δὲ κέραιρε’, Ἰλιάδος ιʹ· ζωτικώτερον, ἀκρατότερον, ἐνεργές· οἱ   δὲ, θερμότερον· παρὰ τὸ ζωρὸς, ὁ ἄκρατος· καὶ οὐδέτερον, ζωρόν· καὶ ζωρότερον ποτόν. Ἀπὸ τοῦ ζῆν, ἢ ζεῖν, γίνεται ζωότερον, καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ· ἐν ᾧ ὁ οἶνος οὐκ ἠφάνισται, ἀλλ’ ἔτι ζῇ· ἢ ζεῖ καὶ θερμός ἐστιν· ἀπὸ δὲ τούτου τὸ ἀκρατότερον καὶ ἰσχυρὸν ἐμφαίνει. Ἢ ἀπὸ τοῦ ΖΑ καὶ τοῦ ὦρον, ὃ σημαίνει τὸν ἐνιαυτὸν, γίνεται ζάωρος, καὶ ζωρὸς, ὁ πολυετὴς καὶ παλαιὸς οἶνος, καὶ εὔποτος ὑπὲρ τὸν νέον); Ps.-Zonaras, Lexicon, zeta, p. 967 (Ζωρόν. τὸ ζωτικόν. καὶ ζωρότερον, ἀκρατότερον. ‘[ζωρὸν κεράσας ἰσοχειλέα’— καὶ Ὅμηρος εἰπών· ‘ζωρότερον] κέραιε’. διαφορᾶς κράσεων λέγει, ὡς μίγματος τινὸς στρεμνίους ποιοῦντος τοὺς πίνοντας. [ἀπὸ τοῦ ζῇν ζωότερον, καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ ζωρότερον, ἐν ᾧ οἶνος οὐκ ἠφάνισται, ἀλλ’ ἔτι ζῇ] καὶ θερμότατός ἐστιν. ἀπὸ δὲ τούτου τὸ ἀκρατότερον ἐμφαίνει καὶ ἰσχυρόν. ἢ παρὰ τὸ ζα καὶ τὸν ὦρον, ὃ σημαίνει τὸν ἐνιαυτόν· ζαωρὸς ὁ πολυετὴς καὶ παλαιὸς οἶνος καὶ εὔποτος παρὰ τὸν νέον); Scholia in Oppianum, Hal. 2.603 (Ζωρόν· γλυκὺν, θερμὸν, ἄκρατον ἢ ζωτικὸν αἷμα, τὸ ζωὴν ἐμποιοῦν)

Modern etymology

Isolated in Greek. Cognate with Slavic jarъ "violent" (Beekes, EDG)

Persistence in Modern Greek

No

Entry By

Le Feuvre