σείω
Word
Validation
Word-form
Word-lemma
Etymon-lemma
Transliteration (Word)
English translation (word)
Transliteration (Etymon)
English translation (etymon)
Century
Reference
Edition
Source
Ref.
Ed.
Quotation
Σεῖστρον· παρὰ τὸ σείω.
Translation (En)
Seistron "rattle": from seiō "to shake".
Other translation(s)
Seistron « sistre » : de seiō « secouer ».
Parallels
Plutarchus, De Iside et Osiride, 376c9 (Ἐμφαίνει καὶ τὸ σεῖστρον, ὅτι σείεσθαι δεῖ τὰ ὄντα καὶ μηδέποτε παύεσθαι φορᾶς, ἀλλ’ οἷον ἐξεγείρεσθαι καὶ κλονεῖσθαι καταδαρθάνοντα καὶ μαραινόμενα); Cassius Longinus, Fragmenta, Treatise 1, §6 (ὡς γὰρ παρὰ τὸ σείω σεῖστρον γίνεται καὶ παρὰ τὸ δέρω δέρτρον καὶ παρὰ τὸ φέρω φέρτρον, οὕτω καὶ παρὰ τὸ μείρω <μέρτρον καὶ> μέτρον); Lexicon αἱμωδεῖν, kappa 137 (<κ>εκλίαται (Π 68, δ 608): συζυγίας ἕκτης τῶν βαρυτόνων. τὸ θέμα κλείω, ὅπερ οἱ Ἴωνες κλῄω διὰ τοῦ η καὶ Θουκυδίδης καὶ τραγικοὶ καὶ Σοφοκλῆς ἐν Μάντεσι (fr. 393) ψυχῆς ἀνοῖξαι τὴν κεκλῃ{σ}μένην πύλην· οἱ κωμικοὶ διὰ διφθόγγου. τὸ κλεῖθρον ἐξ αὐτοῦ· καὶ ἐχρῆν κλεῖστρον, ὡς σείω σεῖστρον, ὁ μέντοι ἀόριστος ἐκλείσθην λέγεται, ὡς καὶ ἐπὶ τοῦ χρίω κέχριμαι ἐχρίσθην); Choeroboscus, Scholia in Hephaestionem, p. 183 (Ἰστέον ὅτι μέτρον εἴρηται παρὰ τὸ μείρω (τὸ μερίζω), ὡς παρὰ τὸ σείω σεῖστρον καὶ <παρὰ τὸ> δέρω δέρτρον, <τουτέστι> τὸ δέρμα, ὡς καὶ ἡ χρῆσις (λ 579) δέρτρον ἔσω δύνοντες); Etym. Magnum, Kallierges, p. 710 (Σείω: Ἐκ τοῦ σῶ, σέω καὶ σείω, ὡς πλέω πλείω, καὶ πνέω πνείω· ἐκ δὲ τοῦ σείω, γίνεται σεῖστρον)
Comment
Correct derivational etymology.