κράζω
Word
Validation
Word-form
Word-lemma
Etymon-lemma
Transliteration (Word)
English translation (word)
Transliteration (Etymon)
English translation (etymon)
Century
Reference
Edition
Source
Ref.
Ed.
Quotation
Kλαγγή· κρῶ, παράγωγον κράζω, ῥηματικὸν ὄνομα κραγὴ καὶ πλεονασμῷ τοῦ υ κραυγή· μετάθεσις τοῦ ρ εἰς λ κλαγὴ καὶ πλεονασμῷ τοῦ γ κλαγγή.
Translation (En)
Klangē « sharp sound »: *krō, derivative krazō « to scream », verbal noun *kragē and by addition of [u] kraugē « screaming »; by change of [r] into [l] *klagē and by addition of [g] klangē.
Other translation(s)
Klangē « bruit aigu » : *krō, dérivé krazō « pousser un cri », forme nominale déverbale *kragē et avec ajout de [u] kraugē « cri »; par changement de [r] en [l] *klagē et avec ajout de [g] klangē.
Parallels
Lexicon αἱμωδεῖν, kappa 37 (κλαγγηδόν (Β 463): [...] ἐνεστῶτα δὲ διὰ τὸν κανόνα οὐκ ἔχει. λοιπὸν ἐκ τοῦ κλάζω, ὅπερ γίνεται ἐκ τοῦ κρῶ κράζω καὶ κλάζω, ὁ μέλλων κλάγξω καὶ ὄνομα ῥηματικὸν κλαγγή καὶ ἐπίρρημα κλαγγηδόν); Etym. Magnum, Kallierges, p. 516 (Κλαγγηδόν: [...] ὁ δὲ ἐνεστὼς οὐκ ἔχει. Λοιπὸν ἐκ τοῦ κλάζω, ὅπερ γίνεται ἐκ τοῦ κρῶ κράζω καὶ κλάζω, ὁ μέλλων, κλάγξω, γίνεται ῥηματικὸν ὄνομα κλαγγή)
Comment
Derivational etymology implying several formal manipulations, addition / subtraction of letters and change of [r] into [l]. The word for "noise" ([–human]) is derived from a word for "scream" [+human]