ἀμφί + βάλλω
Word
Validation
Word-form
Word-lemma
Transliteration (Word)
English translation (word)
Transliteration (Etymon)
English translation (etymon)
Century
Reference
Edition
Source
Ref.
Ed.
Quotation
Ἀμφίβληστρον· παρὰ τὸ βλῶ βλήσω βλῆτρον καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ <***>.
Translation (En)
Amphiblēstron "what is thrown around": from *blō "to throw" blēsō, blētron "hoop" and by adding [s] <***>.
Other translation(s)
Amphiblēstron « ce qu’on jette autour » : de *blō « jeter » blēsō, blētron « clou » et avec ajout de [s] <***>.
Parallels
Etym. Genuinum, alpha 738 (Ἀμφίβληστρον (Hes. Scut. 215)· σημαίνει δὲ τὸ δίκτυον. Ὠρίων (612, 26 Werfer) μὲν ἐτυμολογεῖ παρὰ τὸ βάλλω βλῶ βλήσω βλῆτρον καὶ μετὰ τῆς ἀμφί προθέσεως καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ ἀμφίβληστρον. Ἡσίοδος δὲ χρᾶται αὐτῷ εἰς τὴν Ἀσπίδα οὕτως (l. c. 213–215)); Etym. Gudianum, alpha, p. 122 (Ὠρίωνος Ἀμφίβληστρον· [...] ἀπὸ τοῦ βάλλω κατὰ συγκοπὴν γίνεται βλῶ, ὁ μέλλων βλήσω, βλῆτρον, καὶ μετὰ τῆς ἀμφί προθέσεως καὶ πλεονασμῷ τοῦ ς ἀμφίβληστρον. σημαίνει δὲ τὸ δίκτυον); Etym. Magnum, Kallierges, p. 89 (Ἀμφίβληστρον: Σημαίνει δὲ δίκτυον· παρὰ τὸ βάλλω βλῶ βλήσω βλῆτρον· καὶ μετὰ τῆς ἀμφὶ προθέσεως, καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ, ἀμφίβληστρον); Etym. Symeonis, vol. 1, p. 446 (ἀμφίβληστρον (Hes. Scut. 215)· τὸ δίκτυον· παρὰ τὸ βλῶ βλήσω <βέβλημαι βέβληται> βλῆτρον, <ὡς πέπληκται πλῆκτρον,> καὶ μετὰ τῆς ἀμφί προθέσεως ἀμφίβληστρον πλεονασμῷ τοῦ σ); Ps.-Zonaras, Lexicon, alpha, p. 156 (Ἀμφίβληστρον. τὸ δίκτυον. [...] [ἢ παρὰ τὸ βάλλω, βαλῶ, βλήσω, βλῆτρον, καὶ μετὰ τῆς ἀμφὶ, πλεονασμῷ τοῦ ς, ἀμφίβληστρον]); Scholia in Lycophronem, scholion 1101 (*ἀμφίβληστρον· δίκτυον. ἀπὸ τοῦ βάλλω κατὰ συγκοπὴν γίνεται τὸ βλῶ, ὁ μέλλων βλήσω βλῆτρον καὶ μετὰ τῆς ἀμφὶ προθέσεως καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι ἀμφίβληστρον*)
Comment
Correct compositional etymology.