λαφύσσω
Validation
Word-lemma
Word-form
Transliteration (Word)
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
Century
Source
Ref.
Ed.
Quotation
λαφύττειν γὰρ καὶ λαπάζειν τὸ ἐκκενοῦν καὶ ἀναλίσκειν, ὅθεν καὶ ἐπὶ τοῦ πορθεῖν τὸ ἀλαπάζειν οἱ ποιηταὶ τάττουσι, καὶ τὰ διαρπαζόμενα κατὰ τὴν λάφυξιν λάφυρα
μολεῖν
Validation
Word-lemma
Word-form
Transliteration (Word)
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
Century
Source
Ref.
Ed.
Quotation
ὡς γάρ φησιν Ἡρακλείδης, καθὰ τελῶ τελίσκω Ἰακῶς καὶ θορῶ θορίσκω καὶ μολῶ μολίσκω, ἐξ ὧν τὸ θρώσκω, ἔτι δὲ καὶ τὸ βλώσκω, οὕτω καὶ ἐκ τοῦ νοῶ γίνεται νοΐσκω καὶ κατὰ συναίρεσιν νώσκω καὶ προσθέσει τοῦ γ Αἰολικῶς γνώσκω
ἵημι
Validation
Word-lemma
Word-form
Transliteration (Word)
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
Century
Source
Ref.
Ed.
Quotation
ὅντινα τόπον ἐφήβαιον καὶ ἴτρον ἐκάλεσαν· ἴτρον μὲν διὰ τὸ ἔντερον, ἐκ τοῦ ἵημι τὸ πέμπω, ἴητρον, καὶ ἐν συγκοπῇ ἴτρον· τὸ πέμπον τὸ περίττωμα κάτω
δρῦς
Validation
Word-lemma
Word-form
Transliteration (Word)
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
Century
Source
Ref.
Ed.
Quotation
Ἐδρύφθη, ἐξέσθη. ἀπὸ τῆς λεπιζομένης δρυός.
δόρυ
Validation
Word-lemma
Word-form
Transliteration (Word)
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
Century
Source
Ref.
Ed.
Quotation
γίνεται δέ, ὥσπερ ξύλον ἀπὸ τοῦ ξύω, οὕτω δόρυ ἀπὸ τοῦ δέρω, ὃ καὶ τὸ ξύω δηλοῖ· ὅθεν καὶ δρύπτεσθαι τὸ ξέεσθαι ἀπὸ τοῦ δόρυ δορύπτω καὶ συγκοπῇ δρύπτω
θρώσκω
Validation
Word-lemma
Word-form
Transliteration (Word)
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
Century
Source
Ref.
Ed.
Quotation
δόρυ: ἀπὸ τοῦ δρῦς δρυός δόρυ, ἐπὶ παντὸς λεγόμενον <ξύλου> ὑπὸ τῶν ἀρχαίων, ὡς μαρτυρεῖ τὸ δρυμός καὶ δρύφακτος. ἢ παρὰ τὸ δέρω, ὃ σημαίνει τὸ λεπίζω· τοῦ γὰρ φλοιοῦ λεπίζεται τὰ ξύλα. ἢ ἐκ τοῦ θορῶ, ὃ σημαίνει τὸ πηδῶ, θόρυ τι ὂν καὶ δόρυ, τὸ ἐκ τῆς γῆς ἀνατρέχον· καὶ ὁ ποιητὴς ‘ἐπεὶ οὔπω τοῖον ἀνήλυθεν ἐκ δόρυ γαίης’ (ζ 167). ἢ ἐκ τοῦ δρῦς· οἱ γὰρ ἀρχαῖοι ἐκ δρυΐνων κατεσκεύαζον ξύλων.
δρῦς
Validation
Word-lemma
Word-form
Transliteration (Word)
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
Century
Source
Ref.
Ed.
Quotation
Δόρυ· δρύον ἂν εἴη παρὰ τὴν δρῦν, οἷον δρύϊνον. οὕτως εὗρον ἐν Ὑπομνήματι Θέωνος εἰς τὴν Ὀδύσσειαν
δέρω
Validation
Word-lemma
Word-form
Transliteration (Word)
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
Century
Source
Ref.
Ed.
Quotation
δόρυ: ἀπὸ τοῦ δρῦς δρυός δόρυ, ἐπὶ παντὸς λεγόμενον <ξύλου> ὑπὸ τῶν ἀρχαίων, ὡς μαρτυρεῖ τὸ δρυμός καὶ δρύφακτος. ἢ παρὰ τὸ δέρω, ὃ σημαίνει τὸ λεπίζω· τοῦ γὰρ φλοιοῦ λεπίζεται τὰ ξύλα. ἢ ἐκ τοῦ θορῶ, ὃ σημαίνει τὸ πηδῶ, θόρυ τι ὂν καὶ δόρυ, τὸ ἐκ τῆς γῆς ἀνατρέχον· καὶ ὁ ποιητὴς ‘ἐπεὶ οὔπω τοῖον ἀνήλυθεν ἐκ δόρυ γαίης’ (ζ 167). ἢ ἐκ τοῦ δρῦς· οἱ γὰρ ἀρχαῖοι ἐκ δρυΐνων κατεσκεύαζον ξύλων.
δρῦς
Validation
Word-lemma
Word-form
Transliteration (Word)
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
Century
Source
Ref.
Ed.
Quotation
Δρυμός, ἐκ τοῦ δρὺς δρυός· τοῦτο παρὰ τὸ δέρω, τὸ ἐκδέρω· οἱ γὰρ παλαιοὶ πᾶν δένδρον δρῦν ἐκάλουν.
ἄπειρος2
Validation
Word-lemma
Word-form
Transliteration (Word)
Etymon-lemma
Transliteration (Etymon)
Century
Reference
Edition
Source
Ref.
Ed.
Quotation
ἤπειρον εἰς ἄπειρον ἐκβάλλων πόδα